Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

οι άνθρωποι της βιοδυναμικής καλλιέργειας



Ήταν, πρόσφατα, σε μια συνέντευξη για τη Βιοδυναμική καλλιέργεια, που άκουσα την ερώτηση: ποια είναι η διαφορά μεταξύ της βιολογικής καλλιέργειας και της βιοδυναμικής. Απάντησα χωρίς να είμαι ο ίδιος επαγγελματίας καλλιεργητής.
Την κύρια διαφορά δεν την κάνει η αποφυγή κάθε είδους χημικού παρασκευάσματος, όπως ο χαλκός, ή το θειάφι, που ούτε αυτά χρησιμοποιούνται στην βιοδυναμική καλλιέργεια. Τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα δυο είδη καλλιέργειας την κάνει η διαφορετική νοοτροπία του καλλιεργητή και η διαφορετική του πρόθεση με την οποίαν κυκλοφορεί ανάμεσα στα «ζωντανά» του.
Ο διαφορετικός τρόπος προσέγγισης και επικοινωνίας του καλλιεργητή με τα πολυετή ή τα εποχιακά όντα του φυτικού κόσμου του κτήματός του, ο σεβασμός όλων των μορφών και όλων των βασιλείων που συνυπάρχουν στο κτήμα του, που σημαίνει φροντίδα εξασφάλισης της ισορροπίας ανάμεσά τους  (αναφέρομαι στο δεύτερο Αξίωμα της Permaculture), αντί της πολεμικής διάθεσης να εξοντώσουμε τα βλαβερά(!)  και, επίσης ,η δυνατότητα επικοινωνίας και συνεννόησης με αυτά τα όντα.
Και αναφέρθηκα στη συμφωνία του Νίκου της Τεγέας με τα πουλιά, ώστε να μοιράζονται αναλογικά τον καρπό των δέντρων του, στον εμφανή φόβο τα μηλιάς εξαιτίας της απειλής της Χρυσούλας στην Εύβοια, στην αρμονία από το πάντρεμα της αγριοτριανταφυλλιάς με την γκορτσιά, στα ευχαριστήρια μηνύματα δέντρων, ανταπόκριση στη φροντίδα μας και τόσα άλλα παραδείγματα, ικανά να κινήσουν το ενδιαφέρον όχι μόνο καλλιεργητών, αλλά και κάθε ανοιχτόμυαλου επιστήμονα.

Περνάμε Άγιες Μέρες, μέχρι τα Φώτα. Τούτες τις Νύχτες η επικοινωνία μας με την πνευματική φύση των όντων του φυτικού κόσμου είναι πιο εύκολη. Προσφέρεται στον άνθρωπο η δυνατότητα, να αποκαταστήσει και πάλι τη χαμένη από το μακρινό παρελθόν άμεση σχέση που είχε με τον Πνευματικό κόσμο.
Περιγράφω τη σχετική εμεπιρία, όπως τη βίωσα στον Αστικό Αγρό Χαλανδρίου μια τέτοια νύχτα.

Χθες τους ξαναβρήκα. Ήμασταν, πια, γνωστοί∙ τους είχα συναντήσει λίγες μέρες πριν.
Όλα ξεκίνησαν με προτροπή του Μάριου.
-          Πρέπει να «ανοιχτούμε», μου είπε. Αφού αυτοί έρχονται με καλές διαθέσεις, πρέπει και εμείς να μιλήσουμε μαζί τους.
-          Δεν τους γνωρίζω, αντέτεινα.
-          Θα φροντίσω να σου φέρω κάποιες προσκλήσεις, απάντησε χαμογελώντας και πήγαινε δες τους. Εξάλλου είναι κοινό το συμφέρον.
Λίγες μέρες αργότερα έφερε τις προσκλήσεις και στις 12 του μηνός έκανα την πρώτη επαφή μαζί τους.
Είχε πια σκοτεινιάσει για τα καλά και το κρύο ήταν αρκετό. Τα λιγοστά φώτα του δρόμου στην πρώτη μας επαφή επέτρεψαν να διακρίνω αχνά στο βάθος να έρχονται ένας-ένας.
Πέρασα την πόρτα του Αγρού. Ήταν εκεί πριν από μένα και περίμεναν. Ήταν, θα έλεγα, η επίσημη συνάντησή μας.
-          Κατεβήκαμε όλοι, μου είπε ο συντονιστής τους και περιμένουμε το δικό σας «άνοιγμα».
Τους καλωσόρισα και άρχισα να περιγράφω με όποιες λέξεις γνώριζα το άνοιγμα της δικής μας καρδιάς.
Μιλάγαμε και τους κοίταγα έναν-έναν. Άλλοι γνωστοί από τα παλιά, άλλοι νιόφερτοι.
-          Τέτοιες μέρες κατεβαίνουμε κάθε χρόνο, μου είπαν.
-          Σαν τους καλικάντζαρους, μου ήρθε να πω. Γέλασαν σαν να άκουσαν τη σκέψη μου.
-          Μόνο που οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν από τα υποχθόνια χωριά τους, ενώ εμείς κατεβαίνουμε από τα αιθερικά ψηλώματα για να δούμε από κοντά τα παιδιά μας. Πού και πού συναντούμε και κάποιον δικό σας και πιάνουμε κουβέντα. Αλλά τούτα τα χρόνια περπατάτε με κλειστές τις καρδιές σας. Καχύποπτοι και φοβισμένοι στο γένος σας. Πού να σηκώσετε τα μάτια σας στις τάξεις των αδελφών σας. Γιατί αδελφοί σας λογιζόμαστε· οι αδελφοί της άλλης πλευράς! Έρχεστε κατά τις ανάγκες σας, φυτεύετε νέες υπάρξεις, κάποτε τις φροντίζετε, κάποτε όχι και μετά τις παίρνετε μαζί σας σ’ ένα αέναο ταξίδι: φυτό, άνθρωπος, γη και πάλι φυτό, άνθρωπος, γη.
-          Σας ενοχλεί που δίνουμε κάποτε τέλος στη ζωή των παιδιών σας;
-          Τίποτε δε μας ενοχλεί. Όλα ρέουν μέσα στο σχέδιο του Δημιουργού. Ούτε το σχέδιό Του μπορούμε να αλλάξουμε, ούτε τους νόμους Του. Εξάλλου εμείς δεν έχουμε άλλο τρόπο εξέλιξης! Και γιατί, άλλωστε; Ζούμε μέσα στη Χαρά και στην Ειρήνη. Εσείς μέσα από την ανταρσία σας αδιαφορήσατε για το Σχέδιο, αδιαφορήσατε για τους Νόμους. Πού είναι όμως η χαρά σας, πού είναι η ειρήνη ανάμεσά σας;
Άπλωσα τη ματιά και το μήνυμα το δικό μας από τις κορφές της αμυγδαλιάς, στο στέρεο πάτημα της χαρουπιάς και αισθάνθηκα την τελετουργική σοβαρότητα του κυπαρισσιού. Οι συκιές, οι ροδιές και οι νεραντζιές άκουγαν παράμερα τη συνομιλία μας. Οι τσικουδιές στον κύκλο με τις λεβάντες σιωπούσαν. Κοίταξα τις φραουλιές. Ακουμπούσαν τα χέρια τους στο χώμα και άκουγαν σιωπηλές, ενώ πιο κει τα μαρούλια προσπαθούσαν να τεντωθούν για να βλέπουν καλύτερα πάνω από τις αγκινάρες με τα αγκαθωτά φύλλα τους. Τράβηξε την προσοχή μου ένας στροβιλιστός χορός από λικνιζόμενες σιλουέτες πάνω από τη σπείρα των αρωματικών και ζεστάθηκε η καρδιά μου.
Προχωρούσα προσέχοντας τα βήματά μου ανάμεσα στην πυκνή πρασινάδα του ορνιθόγαλου που την Άνοιξη θα αποκάλυπτε το κατάλευκο πρόσωπό του και θα μας καλούσε με το λεπτό του άρωμα.
Ένα πλήθος από λεπτές φωτεινές γραμμούλες με ένα ασταμάτητο κυματισμό είχε γεμίσει από πάνω ως κάτω τον αγρό και πλαισίωνε τον κύκλο της συνάντησής μας. Άπειρες ασημένιες και χρυσοκίτρινες χορδές. Σαν φωτεινοί ομφάλιοι λώροι ανάμεσα στις μάνες και στα παιδιά, σκέφτηκα και ταράχτηκα στη σκέψη της βάρβαρης, όταν έρχεται η ώρα της διακοπής τους χωρίς ούτε ένα απλό ψιθύρισμα «συγνώμης».
Το μήνυμα είχε φτάσει σε όλες τις ψυχές του Αγρού. Και όλοι είχαμε γίνει ένα.
Υποκλίθηκα με σεβασμό στην Ομορφιά της Φύσης, έτοιμος να φύγω.
Την τελευταία στιγμή ο συντονιστής τους με ρώτησε:
-          γιατί δεν εξομολογείσαι και την τελευταία σου σκέψη; Γύρισα και είπα με φανερή συγκίνηση:
-          Δεν εξελίσσεστε μόνο εσείς μέσα από τα παιδιά σας, εξελισσόμαστε και εμείς χάρη σε σας! Χαμογέλασε.
-          Αυτό είναι το δεύτερο κοινό μας συμφέρον και η πρόσθετη αιτία της χαράς μας! Θα ξαναϊδωθούμε!
-          Σε λίγες μέρες απάντησα.
Στη διαδρομή της επιστροφής μου ένοιωθα, πως ήθελα να ήμουν ακόμα μαζί τους ανάμεσα στο σκοτάδι και το κρύο της ύλης και στις φωτεινές και ζεστές παρουσίες τους.  
Θυμήθηκα τον Μεγάλο τους Πατέρα.
«Κύριε των Δυνάμεων μεθ’ ημών γενού. Άλλον, γαρ, εκτός Σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν…..».
Ευτυχώς σε λίγα λεπτά έμαθα, πως ο Μάριος είχε κιόλας πάει κοντά τους, για να ετοιμάσει μέσα στη Γη το επόμενο μήνυμα.

Το αφιερώνω στον Μανώλη, στη Βαρβάρα και στον Δημήτρη, τους άξιους και με τόσες δυνατότητες βιοδυναμικούς καλλιεργητές, που, μέχρι τώρα, γνώρισα στη Δράμα. Παράδειγμα και οι τρείς σε όσους αναρωτιούνται ακόμα, για τη «νοοτροπία» των καλλιεργητών της Βιοδυναμικής. Άπλωμα ψυχής, πίστη στην υπεραισθητή πραγματικότητα, που ακόμα για τους πολλούς δεν γίνεται αντιληπτή από τις ατελείς φυσικές αισθήσεις μας. Ερευνούν, πειραματίζονται και προπαντός μοιράζονται τις παρατηρήσεις τους, την εμπειρία τους χωρίς να την κρύβουν επίζηλα από τους υπόλοιπους καλλιεργητές της Γης.